FastLean.gr Ιστορία - B' Λυκείου 7.6. Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ.

Η παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας α.

Η πορεία προς την παρακμή Από το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα και ιδίως μετά το θάνατο του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς (1566) η Οθωμανική Αυτοκρατορία αρχίζει να παρακμάζει, για πολλούς λόγους που συνδέονται άμεσα με τη δομή και την οργάνωσή της.

Ο παραδοσιακός χαρακτήρας του Οθωμανικού Κράτους Η κάμψη των κατακτήσεων από το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα συντέλεσε και στην αποδυνάμωση του πνεύματος του ιερού πολέμου, που αποτελούσε τον πρωταρχικό λόγο ύπαρξης της αυτοκρατορίας και την πηγή έμπνευσης των μουσουλμάνων μαχητών.

Εξάλλου, η παραδοσιακή αποστροφή των Οθωμανών προς τη δυτική γνώση παρεμπόδιζε την τεχνική και επιστημονική πρόοδο, ενώ η απροθυμία τους για την εκμάθηση ξένων γλωσσών, τους ανάγκασε να χρησιμοποιούν ως διερμηνείς και διπλωμάτες γλωσσομαθείς χριστιανούς ( Δραγομάνοι* ή Δραγουμάνοι), και από τις αρχές του 18ου αιώνα, σχεδόν αποκλειστικά τους Φαναριώτες.

Το πρόβλημα των δημοσίων οικονομικών Η ανάσχεση της κατακτητικής ορμής και η απώλεια εδαφών από το 17ο αιώνα είχαν ως συνέπεια τη μείωση των δημοσίων εσόδων.

Παράλληλα, επικράτησε η ανάθεση των δημοσίων αξιωμάτων κατόπιν πλειστηριασμού και ο θεσμός της εκμίσθωσης των δημοσίων προσόδων στον πλειοδότη.

Η πρακτική αυτή, όπως και η καθήλωση της παραγωγικής διαδικασίας σε παραδοσιακές δομές, παρεμπόδισαν την ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής.

Η βιοτεχνία, επίσης, δεν μπόρεσε να εξελιχθεί σε βιομηχανία.

Η χρήση από το 16ο αιώνα των νέων θαλάσσιων δρόμων μείωσε ή και εκμηδένισε τη σημασία των χερσαίων δρόμων και των λιμανιών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για τη μεταφορά των αποικιακών προϊόντων από την Ανατολή.

Εξάλλου, η εισροή χρυσού και αργύρου από την Αμερική επέφερε υποτίμηση του οθωμανικού νομίσματος.

Τέλος, η άρχουσα οθωμανική τάξη αδιαφόρησε για την οικονομική ανάπτυξη, καθώς είχε αποκλειστικό σχεδόν προσανατολισμό προς το στρατό και τη διοίκηση, και δεν δραστηριοποιήθηκε στον επιχειρηματικό τομέα.

Το γεγονός αυτό έδωσε τη δυνατότητα στους υπόδουλους λαούς της Βαλκανικής να αναλάβουν επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.

Ιδιαίτερα οι Έλληνες, παρουσίασαν κατά το 18ο αιώνα σημαντική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη.

Η οικονομική διείσδυση της Δύσης Η παραδοσιακή αποχή των Οθωμανών από τη ναυτιλία και το εμπόριο επέτρεψε στις ευρωπαϊκές χώρες να κυριαρχούν εμπορικά στο μεσογειακό χώρο.

Την ευκαιρία αυτή εκμεταλλεύτηκαν και οι Έλληνες, οι οποίοι υψώνοντας ξένες σημαίες στα καράβια τους, ανέπτυξαν έντονη δραστηριότητα στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών.

Επί πλέον, η ανάγκη συμμαχιών ανάγκασε το Οθωμανικό Κράτος να προβαίνει σε συνεχείς ανανεώσεις των διομολογήσεων, δηλαδή των εμπορικών συμφωνιών με τα ευρωπαϊκά κράτη, πρακτική η οποία κατέληξε σε αποικιακή εκμετάλλευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες.

Η εγκατάλειψη της υπαίθρου Η καταπίεση και η εκμετάλλευση των κατοίκων της υπαίθρου από τα όργανα της επαρχιακής διοίκησης, οι δυσβάστακτοι φόροι, η χαμηλή παραγωγή λόγω μη ανανέωσης των μεθόδων καλλιέργειας, η ανασφάλεια από τη ληστεία, ανάγκαζαν τους χωρικούς να εγκαταλείπουν την ύπαιθρο και να καταφεύγουν στις πόλεις ή στο εξωτερικό.

Το φαινόμενο της ερήμωσης ολόκληρων χωριών πήρε τέτοιες διαστάσεις κατά το 18ο αιώνα, που αποκλήθηκε η μεγάλη φυγή .

Την ίδια εποχή αναπτύχθηκε μια τάση χλιδής και κατασπατάλησης του δημόσιου πλούτου σε ποικίλες εορταστικές δραστηριότητες δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα.

Η κεντρική διοίκηση: μείωση της εξουσίας του σουλτάνου και αύξηση της δύναμης της Αυλής Οι περισσότεροι σουλτάνοι μέχρι τον Σουλεϊμάν το Μεγαλοπρεπή (1520-1566) αναδείχθηκαν για την ικανότητα και την ευφυία τους, έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για τις υποθέσεις του κράτους και διηύθυναν προσωπικά τις εκστρατείες.

Μετά τη χαλάρωση όμως της κατακτητικής ορμής οι σουλτάνοι επιδίδονται στη χλιδή και τον τρυφηλό βίο.

Επίσης, από το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα άρχισαν να εκτοπίζονται οι προερχόμενοι από το παιδομάζωμα ανώτατοι αξιωματούχοι του περιβάλλοντος του σουλτάνου και να αντικαθίστανται από την οθωμανική αριστοκρατία.

Αυτό είχε ως συνέπεια, λόγω του κλειστού χαρακτήρα της τάξης αυτής, τον εκφυλισμό της ηγετικής ομάδας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Ετσι η εξουσία του σουλτάνου προοδευτικά μειώνεται και υποκαθίσταται από την Αυλή και το μεγάλο βεζίρη* , που είναι επικεφαλής του μεγάλου διβανίου (κρατικού συμβουλίου).

Η επαρχιακή διοίκηση και ο στρατός Τη γενικότερη εικόνα της παρακμής συμπληρώνει και η πλήρης αποδιοργάνωση και διαφθορά της επαρχιακής διοίκησης.

Οι οθωμανικές αρχές των επαρχιακών κέντρων, μέρος και αυτές ενός συστήματος σε κρίση, καταπίεζαν με το χειρότερο τρόπο τους υπηκόους, εκμεταλλευόμενες το θεσμό της εκμίσθωσης των δημοσίων εσόδων.

Τα τιμάρια, που είχαν δημόσιο χαρακτήρα, μετατράπηκαν σταδιακά σε ιδιωτικά τσιφλίκια και η θέση των χωρικών που τα καλλιεργούσαν επιδεινώθηκε δραματικά.

Η παρακμή του τιμαριωτικού συστήματος προκάλεσε και τη διάλυση του επίλεκτου στρατιωτικού σώματος των σπαχήδων τιμαριούχων.

Κρίση εκδηλώθηκε επίσης και στο στρατό των γενιτσάρων.

Η βαθμιαία εγκατάλειψη του θεσμού του παιδομαζώματος, η δυνατότητα αθρόας διείσδυσης στο σώμα και η χαλάρωση της πειθαρχίας ήταν τα κυριότερα αίτια της παρακμής.

Σε ανάλογη αποδιοργάνωση οδηγήθηκε και ο στόλος.

Η έλλειψη επαρκών πληρωμάτων και η υστέρηση στην τεχνική καθιστούσε το οθωμανικό ναυτικό λιγότερο αποτελεσματικό από εκείνο των ευρωπαϊκών χωρών.

Φυγόκεντρες τάσεις Η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά το 18ο και στις αρχές του 19ου αιώνα έδινε την εικόνα ενός κράτους σε αποσύνθεση.

Η κατάσταση αυτή ευνοούσε τη διακίνηση ανατρεπτικών ιδεών, καθιστούσε προσφορότερο το έδαφος για απελευθερωτικές κινήσεις των υπόδουλων λαών της Βαλκανικής και διευκόλυνε τις φυγόκεντρες τάσεις των κατά τόπους ισχυρών τοπικών αξιωματούχων.

Μέσα στο κλίμα αυτό εντάσσονται το απελευθερωτικό όραμα του Ρήγα, η ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας και η προετοιμασία του Αγώνα, η επανάσταση στη Σερβία το 1804 και οι αποσχιστικές κινήσεις του Αλή πασά των Ιωαννίνων, του πασά του Βιδινίου Πασβάνογλου και του Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου.

β.

Οι απαρχές τον Ανατολικού Ζητήματος Ήδη από τα τέλη του 17ου αιώνα οι Οθωμανοί είχαν χάσει μεγάλο μέρος από τα εδάφη που κατείχαν στη Βαλκανική και την κεντρική Ευρώπη.

Λίγα χρόνια αργότερα ο Μέγας Πέτρος της Ρωσίας (1682-1725) εγκαινίασε τη ρωσική επεκτατική πολιτική σε βάρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Εκτοτε, σχεδόν κάθε αναμέτρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις οδηγούσε στην εδαφική της συρρίκνωση.

Ταυτόχρονα όμως με την αποχώρηση των Οθωμανών από τα κατακτημένα εδάφη γεννήθηκε και το λεγόμενο Ανατολικό Ζήτημα, το ζήτημα δηλαδή της τύχης των εδαφών αυτών με τις συνεπακόλουθες διεθνείς επιπλοκές.

Κατά το 18ο αιώνα η Ρωσία, με τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) καθιερώθηκε πλέον ως μια μεγάλη δύναμη που διεκδικούσε τουλάχιστον συμμετοχή στα σχέδια των άλλων ευρωπαϊκών δυνάμεων για την Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Αλλά και η Αυστρία, από το τέλος του 17ου αιώνα, έστρεψε την προσοχή της προς την Οθωμανική Αυτοκρατορία διεκδικώντας μερίδιο από ενδεχόμενο διαμελισμό της.

Αν και πρωτοστάτησε, όμως, στις συγκρούσεις της περιόδου αυτής, δεν διαδραμάτισε κανένα ιδιαίτερο ρόλο στις εξελίξεις στα Βαλκάνια και στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, παρά μόνο ως παράγοντας ισορροπίας στις ευρωπαϊκές σχέσεις.

Η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο (1798-1799) έδωσε νέα τροπή στο Ανατολικό Ζήτημα με την εμφάνιση στο προσκήνιο ενός νέου παράγοντα, της Αγγλίας.

Η χώρα αυτή είχε αναπτύξει σημαντική εμπορική δραστηριότητα στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου κυρίως από το 1580, οπότε απέσπασε τις πρώτες διομολογήσεις από την Πύλη.

Η στρατιωτική παρουσία της Αγγλίας στη Μεσόγειο δεν ήταν σημαντική.

Η κάθοδος όμως του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο και οι φήμες για σχεδιαζόμενη γαλλική επιχείρηση εναντίον των Ινδιών οδήγησαν σε μια κατακόρυφη αύξηση της αγγλικής δραστηριότητας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η ανάγκη των Άγγλων να διασφαλίσουν με κάθε τρόπο το δρόμο τους προς τις Ινδίες, αύξησε τη στρατηγική σημασία της Αιγύπτου και γενικότερα της Ανατολικής Μεσογείου, όπου η Αγγλία φοβόταν μήπως ενισχυθεί σε βαθμό επικίνδυνο για τα συμφέροντά της η επιρροή της Γαλλίας ή της Ρωσίας.

Η καταστροφή του γαλλικού στόλου στο Αμπουκίρ (1798) ανέκοψε την επεκτατική πολιτική του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο, ενώ η αδιατάρακτη εξουσία του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη λειτουργούσε ως φραγμός για την έξοδο της Ρωσίας στη Μεσόγειο.

Γι αυτό η Αγγλία υπέγραψε το 1799 συνθήκη με την Οθωμανική Αυτοκρατορία με την οποία εγγυήθηκε για 8 χρόνια την εδαφική ακεραιότητα της τελευταίας.

Η αγγλογαλλική Συνθήκη της Αμιένης (1802) αποτέλεσε ένα ακόμη βήμα για τη διεύρυνση του ρόλου της Αγγλίας στη Μεσόγειο με κέντρο δράσης τη Μάλτα, την οποία είχε καταλάβει ο αγγλικός στόλος το 1800.

Η συνθήκη αυτή υποχρέωνε τους Γάλλους να επιστρέψουν την Αίγυπτο στο σουλτάνο και να παραιτηθούν οριστικά από τα Επτάνησα.

Με την έναρξη του ρωσοτουρκικού πολέμου το 1806 η ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έλαβε τη μορφή δόγματος για την Αγγλία.

Το δόγμα αυτό, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δέσποζε στην αγγλική εξωτερική πολιτική το 19ο αιώνα και είχε αρνητικές συνέπειες αργότερα τόσο για την Επανάσταση του 1821, όσο και για την εξέλιξη του νεοελληνικού κράτους.

Ερωτήσεις